Η ΣΕΛΙΔΑ ΕΞΙ
Δεν πίστευε σε προλήψεις ούτε σε αύρες και θετικές ενέργειες, απλώς δεν μπορούσε να συναντιέται με τον αριθμό που του χαλούσε τις μέρες και τις νύχτες. Ήταν ο αριθμός έξι. Δεν κατοικούσε ποτέ σε σπίτια που είχαν το νούμερο αυτό στη διεύθυνσή τους και απέφευγε να καλεί τους τηλεφωνικούς αριθμούς που περιείχαν το επίμαχο νούμερο.
Όταν διάβαζε βιβλία, ήταν αναπόφευκτο το βλέμμα του να συναντήσει κάποια σελίδα με τον αριθμό έξι. Φρόντιζε να ολοκληρώνει γρήγορα την ανάγνωσή της και κατόπιν χαλάρωνε μέχρι την επόμενη δυσάρεστη συνάντηση. Ο δε σελιδοδείκτης απαγορευόταν να σταματάει σε σελίδα που περιείχε τον ανεπιθύμητο αριθμό.
Συνέβη ένα βράδυ που ήταν κουρασμένος απ’ τη δουλειά. Ο σελιδοδείκτης αναπαύτηκε στη σελίδα έξι. Το έξι ξεδίπλωσε τα χέρια του και μικρά πόδια άρχισαν να ξεπροβάλλουν. Ανασηκώθηκε από τη σελίδα και κινήθηκε απ’ το σαλόνι προς το υπνοδωμάτιο. Τον αντίκρισε να κοιμάται και, σαν ανθρώπινο πλάσμα, έγειρε τρυφερά πάνω του και τον αγκάλιασε.
Το άλλο πρωί, όταν πήρε στα χέρια του το βιβλίο που διάβαζε και το άνοιξε βγάζοντας τον σελιδοδείκτη από τη σελίδα έξι, δεν ένιωσε απέχθεια, ούτε την παραμικρή αναστάτωση. Κάτι σαν να λύθηκε μέσα του, ένα χαμόγελο απλώθηκε στα χείλη του και καλοδέχτηκε τον ήλιο, που εκείνη τη στιγμή φώτισε το πρόσωπό του.