Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 και η παγκόσμια σημασία της

Τώρα αναγνωρίζεται η διεθνής σημασία της Ελληνικής Επανάστασης

https://www.epohi.gr/article/40830/tora-anagnorizetai-h-diethnhs-shmasia-ths-ellhnikhs-epanastashs

Μανώλης Πιμπλής   |   31 Οκτωβρίου, 2021

Η Εποχή των Επαναστάσεων, που κατά Χόμπσμπομ ορίζεται από τη Γαλλική Επανάσταση του 1789 μέχρι τις Επαναστάσεις του 1848, είναι περίοδος που καθόρισε σε γενικές γραμμές τις δομές διακυβέρνησης και τα κρατικά υποκείμενα μέχρι τις μέρες μας. Γι’ αυτό άλλωστε ο Ρόντρικ Μπίτον, στο πρόσφατο βιβλίο του «Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 και η παγκόσμια σημασία της», που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Αιώρα, διευρύνει την περιοδολόγηση και μιλάει για χρονική περίοδο ενός περίπου αιώνα, ώστε να συμπεριλάβει αφενός την Αμερικανική Επανάσταση στο ένα άκρο (ως αυτή που φέρνει νέες κρατικές μορφές εξουσίας, χωρίς οποιασδήποτε μορφής μοναρχία) και τις συγκροτήσεις της Γερμανίας και της Ιταλίας, περί το 1870, στο άλλο.

Όπως και να ’χει όμως, η επαναστατική φούρια βρίσκεται πράγματι εκεί που την ορίζει ο Χόμπσμπομ και στο μέσον της ακριβώς, λίγο μετά την Αϊτή και στη διάρκεια του κύματος των λατινοαμερικανικών, έρχεται και η Ελληνική Επανάσταση. Εξεγέρσεις γίνονται ταυτόχρονα και στην υπόλοιπη νότια Ευρώπη, λ.χ. στο Πεδεμόντιο και τη Νάπολη, ωστόσο ο Μπίτον επιφυλάσσει για την ελληνική την πιο περίοπτη θέση: «Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 ήταν το πρώτο επιτυχημένο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα στον Παλαιό Κόσμο».

Αυτό έχει τη σημασία του, παρά το γεγονός ότι ο Χόμπσμπομ έχει επιφυλάξεις για τον όρο «εθνικοαπελευθερωτική», και παρά το ότι άλλοι ξένοι ιστορικοί αρχικά την αγνόησαν. Ο Μπίτον μιλάει για «σημείο καμπής» στην Εποχή των Επαναστάσεων, για Επανάσταση της οποίας η πλήρης σημασία μόλις σήμερα, διακόσια χρόνια μετά, γίνεται διεθνώς αντιληπτή.

Το περιεχόμενο του βιβλίου αρχικά αποτέλεσε υλικό μιας διάλεξης, ο Σκωτσέζος ελληνιστής ωστόσο, που κράτησε επί τριάντα χρόνια (1988-2018) την Έδρα Κοραή Νεοελληνικής και Βυζαντινής Ιστορίας, Γλώσσας και Φιλολογίας στο King’s College του Λονδίνου, εμπλούτισε τη διάλεξη αυτή και μας την απέδωσε μαζί με την Αιώρα σε ένα καλαίσθητο βιβλιαράκι 90 σελίδων που δίνει μια πολύ καλή εικόνα του ρόλου του διεθνούς παράγοντα στην Ελληνική Επανάσταση. Το εγχείρημα είναι κάπως λεπτό, καθώς όλοι ξέρουμε ότι η Ναυμαχία του Ναυαρίνου –στην οποία, ειρήσθω εν παρόδω, δεν συμμετείχαν ούτε Έλληνες αλλά ούτε και οι Τούρκοι που πολεμούσαν στα πεδία των μαχών, αλλά Άγγλοι, Γάλλοι, Ρώσοι από τη μια μεριά και ο αιγυπτιακός στόλος από την άλλη– στάθηκε καθοριστική για την επιτυχή έκβαση της Επανάστασης.

Αυτό που λέει ο Ρόντρικ Μπίτον είναι ότι εντέλει, η επιτυχία των Ελλήνων Επαναστατών, οπλαρχηγών και πολιτικών, είναι ότι από τη μια κατάφεραν να διατηρήσουν το επαναστατικό τους σθένος για μεγάλο διάστημα, δίνοντας διάρκεια στην εξέγερση και δείχνοντας επιμονή, αφετέρου πέτυχαν να διεθνοποιήσουν το ζήτημα εμπλέκοντας τις λεγόμενες Μεγάλες Δυνάμεις μέσω της διαρκούς υπενθύμισης των συμφερόντων τους. Σε αυτό έπαιξε ρόλο ο Μαυροκορδάτος που έγκαιρα επισήμανε στον Κάνινγκ –υπουργό Εξωτερικών αλλά και για μια μικρή περίοδο πρωθυπουργό της Αγγλίας– ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία πνέει τα λοίσθια και ότι συμφέρον των Άγγλων θα ήταν να μην καλύψει το κενό η Ρωσία, αναβαθμίζοντας τη συζήτηση για το περίφημο «Ανατολικό Ζήτημα», που μόλις τότε ξεκινούσε. Αν δεν το είχαν κάνει αυτό οι Έλληνες, λέει ο Μπίτον, η Επανάσταση το πολύ θα κατέληγε σε μια αυτονομία χωρίς καμιά διεθνή σημασία, όπως έγινε με τις σερβικές εξεγέρσεις του 1804 και του 1815, ενώ ο Κολοκοτρώνης θα κατέληγε σαν τον Καραγιώργη της Σερβίας (που δολοφονήθηκε κιόλας) ή τον Οβρένοβιτς, να διεκδικεί μια τοπική ηγεμονία, υποτελής όμως στον Σουλτάνο.

Το τίμημα, βέβαια δεν ήταν μικρό: υποτέλεια, αυτή τη φορά όχι στον Σουλτάνο αλλά στις ευρωπαϊκές δυνάμεις και κυρίως την Αγγλία, υπέρογκα δάνεια που έγιναν η αρχή μιας αλυσίδας δανειακής εξάρτησης που φτάνει μέχρι τις μέρες μας. Στη ζυγαριά ωστόσο βαραίνει, κατά τον Μπίτον, ότι το κράτος μπόρεσε τουλάχιστον να δημιουργηθεί. Κι αυτό σε μια εποχή που η λεγόμενη «Ευρωπαϊκή Συμφωνία», με άλλα λόγια η Ιερά Συμμαχία που συστάθηκε το 1815 ως αποτέλεσμα των ναπολεόντειων πολέμων, ήταν απολύτως εχθρική προς κάθε εξεγερτική ή πολεμική πρωτοβουλία. Και μέσα στις πολλές ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες που παραθέτει ο Μπίτον, αναρωτιέται και σε μια παρένθεση, αν το αντίστοιχο της τότε «Ευρωπαϊκής Συμφωνίας», δεν είναι σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση, που έχει άλλωστε να αντιμετωπίσει και νέα, άλλου τύπου, εθνικά-αυτονομιστικά κινήματα. Ένας παράγοντας που συνηγορεί στη σύγκριση είναι ότι και οι δύο αυτοί θεσμοί, οι δύο αυτές συμμαχίες, δημιουργήθηκαν για να διατηρήσουν την ειρήνη. Σε μεγάλο βαθμό το κατάφεραν. Έστω και αν ανάμεσά τους, η Ιστορία έχει να επιδείξει τους δύο πιο φριχτούς πολέμους που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα.